Ο ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ


Ο ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ



Εισήγηση του Δημήτρη Χατζημιχάλη στο Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α.


Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών έχει γίνει τελευταία αποδέκτης παραπόνων Δικηγόρων για άσκηση εναντίον τους ποινικής δίωξης, για κλήση τους να καταθέσουν ως μάρτυρες σε υποθέσεις τα στοιχεία των οποίων έχουν λάβει γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ως Δικηγόρων κ.α.Μας έχει κοινοποιηθεί, επίσης, πληθώρα απαλλακτικών βουλευμάτων που αφορούν Δικηγόρους κατά των οποίων έχει ασκηθεί δίωξη για αδικήματα που δήθεν διέπραξαν κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους.
Είναι δε προφανές ότι ορισμένοι Δικαστικοί Λειτουργοί παραγνωρίζουν το θεσμικό ρόλο του Δικηγόρου και δεν τους εξασφαλίζουν τις ειδικές εγγυήσεις που προβλέπουν τόσο οι νόμοι όσο και οι διεθνείς συμβάσεις όπως η Σύμβαση της Ρώμης και η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που υιοθετήθηκε με την Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης την 10-12-1948.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών από της ιδρύσεως του έχει αναγάγει σε ζήτημα υψίστης σημασίας την προάσπιση του θεσμικού ρόλου του Δικηγόρου.
Ο Δικηγόρος ενόψει των διατάξεων των άρθρων 39 παρ. 1, 46 παρ. 1, 47 παρ. 1 και 48 Ν. 3026/1954, στις υποθέσεις που αναλαμβάνει, ασκώντας το λειτούργημά του και για τις οποίες εκδηλώσεις του, εφόσον ευρίσκονται στα όρια της προς αυτόν εντολής του πελάτου του και δεν γνωρίζει την αναλήθεια των ενώπιον του δικαστηρίου προβαλλομένων ισχυρισμών του τελευταίου, δεν υπέχει ευθύνη (ΑΠ 666/1996, 757/1996, 1395/1996, 1255/1997).
Τα ανωτέρω δέχεται η νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων και αυτού του Αρείου Πάγου εν σχέσει με το θεσμικό ρόλο του Δικηγόρου ως λειτουργού της Δικαιοσύνης που προστατεύεται τόσο από την Σύμβαση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Ρώμης όσο και τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Ο Δικηγόρος κατά το ισχύον δικονομικό σύστημα και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39 παρ 1, 45 παρ 1, 46 παρ 1, και 47 παρ. 1 ΝΔ 3026/1954 "Περί Κώδικος Δικηγόρων", "δεν εκφράζει ιδίας, ατομικές απόψεις αλλά μεταδίδει τη φωνή του πελάτη του και έχει καθήκον και υποχρέωση να φέρει εις πέρας πάσαν ανατιθέμενη εις αυτόν δεκτική υπερασπίσεως υπόθεση, τηρών εν τη υπερασπίσει ταύτης την προσήκουσα βεβαίως ευπρέπεια και μετριότητα εκφράσεων κατά τας προφορικάς και εγγράφους αυτού εκθέσεις και απονέμων τον προσήκοντα σεβασμό προς τις δικαστικές αρχές".
Για τους λόγους αυτούς η έως σήμερα διαμορφωθείσα νομολογία δέχεται ότι κατ' εφαρμογή του άρθρου 20 και 367 Π.Κ. δεν υφίσταται ευθύνη του πληρεξουσίου Δικηγόρου δια παραβάσεις τελεσθείσες δια των υπ' αυτού συντασσομένων δικογράφων αγωγών προτάσεων, μηνύσεων κ.λ.π. υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι είχε την εντολή του πελάτη του να ενεργήσει ως ενήργησε και εκινήθη εντός των ορίων της εντολής (ΑΠ 33/64,244/65,389/75,460/75 Πχρ ΙΔ'σελ. 222 ΙΕ' σελ. 541, ΚΕ' σελ. 756 και 820 ΕφΑθ 403/59 263,61 Πχρ Θ' σελ. 573 και ΙΒ' σελ 39).
Σημειωτέον ότι στην τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματός της Πορτογαλίας σχετικά με τον ρόλο του Δικηγόρου, όπως αυτό διατυπώνεται στο άρθρο 208 του Πορτογαλικού Συντάγματος, προβλέπεται ότι ο Δικηγόρος απολαμβάνει ασυλίας κατά την άσκηση του λειτουργήματός του.
Ένας από τους σκοπούς που διακηρύσσονται στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (1945) στοχεύει μεταξύ άλλων εξασφάλιση των εγγυήσεων για την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
Το 8ο Συνέδριο του Ο.Η.Ε. για την Πρόληψη του Εγκλήματος και τη Μεταχείριση των Εγκληματιών, είχε αντικείμενο τις "Βασικές Αρχές για το Ρόλο των Δικηγόρων" και ελήφθη σχετική απόφαση. Η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών με την Απόφασή 45/121 της 14ης Δεκεμβρίου 1990 (παρ. 3) ήδη ενέκρινε την πιο πάνω απόφαση. Eighth United Nations Congress on the Prevention of Crime and the Treatment of Offenders, Havana 27 August - 7 September 1990, U.N. New York 1991, σελ. 117-123.


Ο Δ.Σ.Α. αποφάσισε ομόφωνα την αποστολή εγγράφου στον Εισαγγελέα του Α.Π. με το ίδιο περιεχόμενο.



Πρόσβαση σε Δικηγόρους και νομικές υπηρεσίες

Άρθρο 1. Όλα τα πρόσωπα δικαιούνται να ζητούν τη βοήθεια Δικηγόρου της επιλογής τους, για να προστατεύει και να θεμελιώνει τα δικαιώματά τους και να τα υπερασπίζεται σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας.
Άρθρο 2. Οι Κυβερνήσεις θα εξασφαλίζουν την ύπαρξη δραστικών διαδικασιών και μηχανισμών για αποτελεσματική και ίση για όλους πρόσβαση σε δικηγόρους για όλα τα πρόσωπα που βρίσκονται μέσα στην επικράτεια και υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, χωρίς διάκριση οποιουδήποτε είδους, όπως διακρίσεις λόγω φυλής, χρώματος, εθνικής καταγωγής, φύλου, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικής ή άλλης γνώμης, εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, περιουσίας, γέννησης, οικονομικής ή άλλης κατάστασης.


Νομική Συνδρομή - Legal Aid

Άρθρο 3. Οι Κυβερνήσεις θα εξασφαλίζουν την ύπαρξη ικανοποιητικών πόρων και άλλων προσόδων για παροχή νομικών υπηρεσιών προς φτωχούς και, όπου είναι ανάγκη, προς άλλα μειονεκτικά άτομα. Οι επαγγελματικές ενώσεις των δικηγόρων θα πρέπει να συνεργάζονται στην οργάνωση και παροχή υπηρεσιών, διευκολύνσεων και άλλων μέτρων.
Άρθρο 4. Οι Κυβερνήσεις και οι επαγγελματικές ενώσεις των Δικηγόρων θα προωθούν προγράμματα πληροφόρησης του κοινού για τα νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις του και για το σημαντικό ρόλο των Δικηγόρων στην προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών του. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίδεται στη βοήθεια προς φτωχά και άλλα μειονεκτικά άτομα, έτσι ώστε να καθίστανται ικανά να διεκδικούν τα δικαιώματά τους και όπου είναι ανάγκη να ζητούν τη βοήθεια των Δικηγόρων.
Ειδικές Εγγυήσεις σε θέματα Ποινικής Δικαιοσύνης

Άρθρο 5. Οι Κυβερνήσεις θα εξασφαλίζουν ότι όλα τα πρόσωπα θα πληροφορούνται αμέσως από τις αρμόδιες αρχές για το δικαίωμά τους να έχουν τη συνδρομή Δικηγόρου της επιλογής τους μόλις συλληφθούν ή κρατηθούν ή όταν κατηγορηθούν για ποινικό αδίκημα.
Άρθρο 6. Τα εν λόγω πρόσωπα τα οποία στερούνται Δικηγόρου θα πρέπει, σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες το επιβάλλει το συμφέρον της δικαιοσύνης, να δικαιούνται να έχουν δικηγόρο με εμπειρία και ικανότητα ανάλογη της φύσης του εγκλήματος που τους αποδίδεται για να τους παράσχει αποτελεσματική νομική συμπαράσταση, χωρίς πληρωμή από μέρους τους αν στερούνται επαρκών μέσων για την πληρωμή αυτών των υπηρεσιών.
Άρθρο 7. Οι Κυβερνήσεις θα πρέπει περαιτέρω να εξασφαλίζουν ότι όλα τα πρόσωπα που συλλαμβάνονται ή κρατούνται, με ή χωρίς ποινική κατηγορία, θα έχουν άμεση πρόσβαση σε Δικηγόρο, και οπωσδήποτε όχι αργότερα από σαράντα οκτώ ώρες από τη στιγμή της σύλληψης ή της κράτησης.
Άρθρο 8. Όλα τα πρόσωπα τα οποία συλλαμβάνονται, κρατούνται ή φυλακίζονται θα πρέπει να έχουν κατάλληλες ευκαιρίες, χρόνο και διευκολύνσεις για να δέχονται επισκέψεις από Δικηγόρο, να επικοινωνούν και να συμβουλεύονται Δικηγόρο, χωρίς καθυστέρηση, παρεμβολή ή έλεγχο, καθώς και υπό συνθήκες πλήρους εμπιστευτικότητας. Οι σχετικές συζητήσεις μπορεί να υπόκεινται σε οπτικό όχι όμως σε ακουστικό έλεγχο οργάνων εφαρμογής του νόμου.


Καθήκοντα και ευθύνες

Άρθρο 12. Οι Δικηγόροι οφείλουν να προασπίζουν σε κάθε περίσταση την τιμή και την αξιοπρέπεια του επαγγέλματος τους ως ουσιαστικής σημασίας παράγοντες στην απονομή της δικαιοσύνης.
Άρθρο 13. Στα καθήκοντα των Δικηγόρων απέναντι στους πελάτες τους θα πρέπει να περιλαμβάνονται :
α) Να συμβουλεύουν τους πελάτες τους για τα νόμιμα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους, και για τη λειτουργία του δικαιικού συστήματος στο μέτρο που έχει σχέση με τα νόμιμα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πελατών.
β) Να βοηθούν τους πελάτες με κάθε κατάλληλο τρόπο και να προστατεύουν τα συμφέροντά τους παίρνοντας νομικά μέτρα.
γ) Να βοηθούν τους πελάτες ενώπιον των δικαστηρίων, δικαστικών επιτροπών ή διοικητικών αρχών, όπως αρμόζει.
Άρθρο 14. Οι Δικηγόροι, υπερασπίζοντας τα δικαιώματα των πελατών τους και προωθώντας την υπόθεση της δικαιοσύνης, οφείλουν να επιδιώκουν την υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών που αναγνωρίζονται από το εθνικό και το διεθνές δίκαιο και οφείλουν σε κάθε περίπτωση να δρούν ελεύθερα και με επιμέλεια σύμφωνα με το νόμο και τα καθιερωμένα πρότυπα και τους κανόνες ηθικής του νομικού επαγγέλματος.
Άρθρο 15. Οι Δικηγόροι πρέπει πάντοτε με αφοσίωση να σέβονται τα συμφέροντα των πελατών τους.
Άρθρο 16. Οι κυβερνήσεις οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι οι δικηγόροι α) θα μπορούν να ασκούν όλα τα επαγγελματικά τους καθήκοντα χωρίς εκφοβισμούς, εμπόδια, παρενοχλήσεις ή ανάρμοστες παρεμβολές, β) θα μπορούν να ταξιδεύουν και να συζητούν με τους πελάτες τους ελεύθερα τόσο μέσα στη χώρα τους όσο και στο εξωτερικό και γ) δεν θα υφίστανται ούτε θα απειλούνται με δίωξη ή διοικητικές, οικονομικές ή άλλες ποινές σύμφωνα με τα καθιερωμένα επαγγελματικά καθήκοντα, πρότυπα και ηθικούς κανόνες.
Άρθρο 17.Oπου απειλείται η ασφάλεια των δικηγόρων ως αποτέλεσμα της άσκησης των καθηκόντων τους, οι δικηγόροι θα πρέπει να προστατεύονται επαρκώς από τις αρχές.
Άρθρο 18.Οι δικηγόροι δεν θα πρέπει να ταυτίζονται με τους πελάτες τους ή με τις υποθέσεις των πελατών τους ως αποτέλεσμα της άσκησης των καθηκόντων τους.
Άρθρο 19. Κανένα δικαστήριο ή διοικητική αρχή ενώπιον των οποίων αναγνωρίζεται δικαίωμα παράστασης δικηγόρου δεν θα πρέπει να αρνείται σε δικηγόρο το δικαίωμα να εμφανιστεί ενώπιον τους για λογαριασμό πελάτη του, εκτός αν αυτός ο δικηγόρος έχει καταστεί ανίκανος σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και πρακτική και σύμφωνα με τις παρούσες αρχές.
Άρθρο 20.Οι δικηγόροι δεν θα πρέπει να φέρουν αστική και ποινική ευθύνη για συναφείς δηλώσεις οι οποίες γίνονται με καλή πίστη σε γραπτές ή προφορικές αγορεύσεις ή κατά τις επαγγελματικές εμφανίσεις τους ενώπιον δικαστηρίου, δικαστικής επιτροπής ή άλλης νομικής ή διοικητικής αρχής.
Άρθρο 21.Αποτελεί καθήκον των αρμοδίων αρχών να εξασφαλίζουν στους δικηγόρους πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες, φακέλους και έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή τους, ή να καθορίζουν επαρκή χρόνο που θα επιτρέπει στους δικηγόρους να παρέχουν αποτελεσματική νομική συνδρομή στους πελάτες τους. Μια τέτοια πρόσβαση θα πρέπει να εξασφαλίζεται στον συντομότερο κατάλληλο χρόνο.
Άρθρο 22.Οι Κυβερνήσεις θα πρέπει να αναγνωρίζουν και σέβονται το γεγονός ότι όλες οι επικοινωνίες και συζητήσεις μεταξύ των δικηγόρων και των πελατών τους στο πλαίσιο της επαγγελματικής σχέσης τους θα είναι εμπιστευτικές.


Ελευθερία έκφρασης και σύναψης ενώσεων

Άρθρο 23. Οι δικηγόροι, όπως και οι άλλοι πολίτες, έχουν το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, της γνώσης, της σύστασης ενώσεων και των συγκεντρώσεων. Ειδικότερα, οι δικηγόροι πρέπει να έχουν να παίρνουν μέρος σε δημόσιες συζητήσεις για θέματα που αφορούν το νόμο, την απονομή της δικαιοσύνης και την προώθηση και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και να συνενώνονται ή να σχηματίζουν τοπικές, εθνικές ή διεθνείς ενώσεις και να παρακολουθούν τις συγκεντρώσεις τους, χωρίς να υφίστανται επαγγελματικούς περιορισμούς εξαιτίας της νόμιμης δραστηριότητας ή της συμμετοχής τους ως μελών σε ένα νόμιμο οργανισμό. Κατά την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων, οι δικηγόροι θα πρέπει να συμπεριφέρονται πάντοτε σύμφωνα με το νόμο και τα καθιερωμένα πρότυπα και κανόνες ηθικής του νομικού επαγγέλματος.


Επαγγελματικές ενώσεις των Δικηγόρων

Άρθρο 24. Οι δικηγόροι θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε αυτο-διοικούμενες επαγγελματικές ενώσεις για την εκπροσώπηση των συμφερόντων τους, την προώθηση της συνεχούς εκπαίδευσης και άσκησής τους και την προστασία της επαγγελματικής τους ακεραιότητας. Η διοίκηση των εν λόγω επαγγελματικών ενώσεων θα πρέπει να εκλέγεται από τα μέλη τους και να ασκεί τα καθήκοντά της χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις.
Άρθρο 25. Οι επαγγελματικές ενώσεις των δικηγόρων θα συνεργάζονται με τις Κυβερνήσεις για να εξασφαλίζεται ότι ο καθένας θα έχει αποτελεσματική και με ίσους όρους πρόσβαση σε νομικές υπηρεσίες και ότι οι δικηγόροι θα είναι σε θέση να συμβουλεύουν και βοηθούν πελάτες τους σύμφωνα με το νόμο και τα καθιερωμένα επαγγελματικά πρότυπα και κανόνες ηθικής, χωρίς ανάρμοστες παρεμβάσεις.


Πειθαρχικές διαδικασίες

Άρθρο 26. Κώδικες επαγγελματικής συμπεριφοράς για τους δικηγόρους θα καταρτίζονται από τα αρμόδια όργανα του νομικού επαγγέλματος, ή δια της νομοθεσίας, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τα έθιμα και για τα καθιερωμένα διεθνή πρότυπα και τους κανόνες ηθικής.
Άρθρο 27.Κατηγορίες ή καταγγελίες κατά δικηγόρων υπό την επαγγελματική τους ιδιότητα θα πρέπει να διερευνώνται ταχέως και δίκαια σύμφωνα με κατάλληλες διαδικασίες. Οι δικηγόροι θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα σε μια δίκαιη δίκη, περιλαμβανομένου του δικαιώματος να έχουν τη βοήθεια δικηγόρου της δικής τους επιλογής.
Άρθρο 28. Οι πειθαρχικές διαδικασίες κατά δικηγόρων θα πρέπει να διεξάγονται ενώπιον μιας αμερόληπτης πειθαρχικής επιτροπής καθιδρυμένης από το νομικό επάγγελμα ή ενώπιον μιας νομοθετημένης ανεξάρτητης αρχής ή ενώπιον Δικαστηρίου και θα πρέπει να υπόκεινται σε ανεξάρτητη δικαστική αναθεώρηση.
Άρθρο 29. Κάθε πειθαρχική διαδικασία θα πρέπει να προσδιορίζεται σύμφωνα με τον κώδικα επαγγελματικής συμπεριφοράς και λοιπά καθιερωμένα πρότυπα και κανόνες ηθικής του νομικού επαγγέλματος και υπό το φως αυτών εδώ των αρχών.